--- Γράφει η Αννίτα Φασιανού για το www.stasinews.gr ---
«Η Αθήνα, μετά το τέλος του Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου, θυμίζει ελάχιστα την Αθήνα του παρελθόντος. Στις υπόγειες στοές της οι μειονότητες και οι εκδιωγμένοι από τη νέα κυβέρνηση έχουν δημιουργήσει μικρές ιδιόμορφες κοινότητες που στηρίζονται κυρίως στους λίγους επαναστάτες της πόλης.
Η Βαλέρια περνάει τις ημέρες της στην επιφάνεια και τις νύχτες της στις στοές. Έχοντας χάσει τη μητέρα της από κάποια ανίατη ασθένεια κι έχοντας δει τον απαγχονισμό της αδελφής της, βρίσκει καταφύγιο και συντροφιά στις στοές, δίχως να παύει να ελπίζει σ’ ένα καλύτερο μέλλον, σ’ έναν πλανήτη που οι άνθρωποι θα ζούνε όπως παλιά. Δεν γνωρίζει όμως πως κάτω από τις στοές, στο κέντρο του πλανήτη, υπάρχει η εσωτερική γη.
Η Αγκάρτα λάμπει από τον πλούτο, τη μοντέρνα αρχιτεκτονική και την προηγμένη τεχνολογία. Οι Αγκαρθιανοί ζουν σ’ έναν υπόγειο παράδεισο που φωτίζεται από τον εσωτερικό ήλιο, όμως πίσω από αυτό το υπέροχο προσωπείο κρύβεται σκοτάδι και δυσωδία. Ο Ντίαν Κεχτ, μέλος του Συμβουλίου των Εκλεκτών, ονειρεύεται όπως και η Βαλέρια. Μάχεται για έναν κόσμο όπου οι Αγκαρθιανοί και οι άνθρωποι της επιφάνειας θα μπορέσουν επιτέλους να ενωθούν. Μια υπόσχεση και η αγάπη του για την επιφάνεια τον οδηγούν στις στοές και εκεί βρίσκει την Βαλέρια.
Η κάθοδός του στην Αγκάρτα δεν είναι παρά η αρχή μιας σειράς γεγονότων που θα αλλάξουν για πάντα την ανθρωπότητα.»
Τι είναι ακριβώς η Αγκάρτα; Πρόκειται για έναν τελείως φανταστικό κόσμο; Πώς βγήκε αυτή η ονομασία;
Μ.Δ.: Η Αγκάρτα είναι το σύστημα πολιτειών της Κοίλης Γης. Πρόκειται για διάφορες πολιτείες που βρίσκονται κάτω από την επιφάνεια της γης και που φωτίζονται από τον εσωτερικό ήλιο.
Γράφοντας το βιβλίο βασίστηκα σε βιβλιογραφία σχετικά με τους Χθόνιους και την Κοίλη Γη. Οπότε, η Αγκάρτα είναι μεν ένας τελείως φανταστικός κόσμος, ως προς το ότι είναι ένας κόσμος που ξεπήδησε από την φαντασία μου, από την άλλη όμως αρκετά στοιχεία της είναι παρμένα από όσα διάβασα.
Όσον αφορά το όνομα της, το σύστημα πολιτειών της Κοίλης Γης στην υπάρχουσα βιβλιογραφία, αλλά και στο διαδίκτυο υπάρχει με την ονομασία «Αγκάρθα», παρόλα αυτά δεν μου φαινόταν πολύ εύηχο αυτό το όνομα κι έτσι το άλλαξα λίγο.
Ο άνθρωπος και η επιβίωση είναι αλληλένδετα στοιχεία. Σε τόσο δύσκολες εποχές που ζούμε θα έλεγε κανείς -διαβάζοντας την περίληψη του βιβλίου σας - ότι δεν απέχει και πάρα πολύ από κάποια μελλοντική στιγμή της πραγματικότητας. Έχει παίξει ρόλο η κατάσταση των τελευταίων ετών στη συγγραφή αυτού του έργου;
Μ.Δ.: Υποθέτω πως ναι, αν και αρχικά δεν ήθελα να συμβεί κάτι τέτοιο, να επηρεαστεί δηλαδή η πλοκή από τα όσα ζούμε. Ωστόσο, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού μου ότι η Βαλέρια, η πρωταγωνίστρια, ζούσε σε μια ιδιαίτερα ταραγμένη εποχή, ότι έβλεπε την χώρα της να οδηγείται στην καταστροφή, κάτι που λίγο- πολύ το ζούμε κι εμείς σήμερα, μ’ έκανε να νιώσω πιο κοντά της. Τελικά, εμπλεκόμουν κι εγώ η ίδια συναισθηματικά, όταν εκείνη έπρεπε να υπερασπιστεί την χώρα της και τους ανθρώπους της επιφάνειας.
Πείτε μας 3 βασικά χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει ένας χαρακτήρας κατά τη γνώμη σας για να κεντρίσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη και να το κάνει να δεθεί μαζί του. Να ζήσει την ιστορία τόσο αληθινά όσο τη ζει ο ίδιος.
Μ.Δ.: Πρέπει να είναι όσο πιο αληθινός γίνεται, ακόμη κι αν πρόκειται για ένα βιβλίο φαντασίας. Δηλαδή όταν διαβάζει ο αναγνώστης τις περιπέτειές του και το πώς δρα μέσα στην πλοκή του βιβλίου, να μην τον νιώθει ξένο. Θα πρέπει να είναι τόσο περίπλοκος όσο είναι και οι άνθρωποι στην πραγματικότητα. Και φυσικά, κάτι που θεωρώ πολύ σημαντικό, είναι το ότι θα πρέπει να έχει δυνατά σημεία και αδυναμίες, πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Να μην είναι τέλειος δηλαδή, γιατί μπορεί πολλές φορές να λειτουργεί σαν πρότυπο για τον αναγνώστη, αλλά η τελειότητα δεν διευκολύνει την ταύτιση.
Μετά από τόσες σειρές και ταινίες που έχουμε δει, αλλά και βιβλία που έχουμε διαβάσει σχετικά με την καταστροφή του κόσμου, θα λέγαμε ότι φαίνεται αρκετά ενδιαφέρον το ότι στη δική σας ιστορία η τεχνολογία ανθίζει. Πώς κατάφεραν οι Αγκαρθιανοί να γλιτώσουν από τις καταστροφές του πολέμου;
Μ.Δ.: Οι Αγκαρθιανοί απλά παρέμειναν στην Αγκάρτα, δεν μπλέχτηκαν στον πανικό που επικρατούσε στην επιφάνεια κι έτσι κατάφεραν να προστατέψουν τον δικό τους πολιτισμό, αλλά και να διασώσουν κομμάτια του κόσμου της επιφάνειας.
Και όσον αφορά την τεχνολογία, οι Αγκαρθιανοί δεν χρησιμοποίησαν ποτέ τις συμβατικές μορφές ενέργειας που γνωρίζουμε εμείς, έτσι όντας αυτόνομοι κατάφεραν να εξελιχθούν κι σ’ αυτόν τον τομέα, όσο ο κόσμος της επιφάνειας οδηγούνταν στον σκοταδισμό.
Η φανταστική λογοτεχνία δεν είναι κατά κάποιον τρόπο πιο δύσκολη από την κλασική, από την άποψη της περιγραφής και βασικά της δημιουργίας ενός εντελώς νέου κόσμου; Πώς μπορείς να περιγράψεις κάτι που δεν υπάρχει; Δίνει αυτό περισσότερο χώρο στη φαντασία του αναγνώστη;
Μ.Δ.: Άλλες φορές πιστεύω πως είναι δυσκολότερη από την κλασσική λογοτεχνία, άλλες φορές μου φαίνεται ευκολότερη. Όταν ξεκίνησα να γράφω την Αγκάρτα δεν ήξερα από πού να ξεκινήσω, γιατί αυτό ακριβώς αναρωτιόμουν: πώς να περιγράψω κάτι που δεν υπάρχει; Παρόλα αυτά, όσο η ιδέα ωρίμαζε μέσα μου, οι εικόνες άρχισαν σιγά- σιγά να έρχονται μόνες τους σε μια ακατέργαστη μορφή. Γενικά πιστεύω ότι οι κόσμοι που δημιουργούμε, πέρα από το ότι βασίζονται μερικώς στον πραγματικό κόσμο, υπάρχουν ήδη, βαθιά κρυμμένοι στο υποσυνείδητό μας και περιμένουν υπομονετικά μέχρι εμείς ν’ αποφασίσουμε να τους ανασύρουμε από το σκοτάδι, να τους φέρουμε στο φως.
Και ναι, νομίζω ότι δίνει περισσότερο χώρο στην φαντασία του αναγνώστη, όπως δίνει και σ’ εμάς περισσότερο χώρο. Διαβάζουμε και γράφουμε για να ταξιδέψουμε σ’ άλλους τόπους και χρόνους. Η φανταστική λογοτεχνία αυτό ακριβώς προσφέρει.
Έχει κάποιο ηθικό δίδαγμα το βιβλίο σας; Ποιο είναι το πιο αγαπημένο κομμάτι σας στην όλη ιστορία; Δώστε μας μια μικρή περιγραφή χωρίς φυσικά να αποκαλύψουμε κάτι συνταρακτικό στους αναγνώστες...
Μ.Δ.: Νομίζω ότι το ηθικό δίδαγμα αλλάζει ανάλογα με τον χαρακτήρα που θα ταυτιστεί ο αναγνώστης. Ας πούμε, μπορεί να είναι το ότι κάποιες φορές πρέπει να είμαστε πιο αισιόδοξοι και πιο θαρραλέοι. Ή ότι η ευτυχία δεν βρίσκεται στην εξουσία και στα πλούτη. Γενικά πάντως αυτό που μένει είναι ότι πρέπει να προσέξουμε τον πλανήτη, γιατί όπως και να το κάνουμε είναι το σπίτι μας και τα λάθη που κάνουμε, θα τα βρούμε μπροστά μας στο μέλλον. Όπως επίσης και το ότι είμαστε όλοι αδέρφια, όλοι συνδεόμαστε με όλους.
Έχουμε περισσότερα κοινά, παρά διαφορές.
Το αγαπημένο μου κομμάτι στην ιστορία είναι προς το τέλος. Ένας από τους χαρακτήρες, ίσως ο πιο αγαπημένος μου, έχοντας μόλις καταφέρει να πετύχει τον στόχο του, να εκπληρώσει την υπόσχεση που είχε δώσει και να αποτρέψει τις εχθροπραξίες μεταξύ των Αγκαρθιανών και του κόσμου της επιφάνειας, θυσιάζεται μπροστά στα μάτια των πιο αγαπημένων του προσώπων και του ίδιου του λαού του.
Αν θα μπορούσατε να περάσετε κάποιο χρονικό διάστημα με έναν από τους ήρωες του βιβλίου σας ποιος θα ήταν αυτός και τι θα κάνατε εκείνη τη μέρα;
Μ.Δ.: Λοιπόν, αυτή νομίζω είναι η πιο δύσκολη ερώτηση. Είναι σαν να ζητάει κανείς από μια μητέρα να ξεχωρίσει κάποιο από τα παιδιά της. Αν μπορούσα να περάσω κάποιο χρονικό διάστημα με κάποιον, θα επέλεγα την Βαλέρια. Θα την ακολουθούσα στους σκοτεινούς δρόμους της Αθήνας, μετά την απαγόρευση κυκλοφορίας, θα τρέχαμε για να ξεφύγουμε από την περίπολο κι ύστερα θα πηγαίναμε στις στοές. Θα μοιράζαμε τρόφιμα και φάρμακα σ’ όσους έχουν βρει καταφύγιο εκεί. Θα περνούσα την νύχτα εκεί, μαζί τους, ακούγοντας τις ιστορίες τους και τα όνειρα που κάνουν για έναν ελεύθερο κόσμο, για έναν κόσμο που θα τους επιτρέπει να τραγουδούν στους δρόμους.
Ποιο από όσα βιβλία έχετε διαβάσει έχει επηρεάσει περισσότερο τη ζωή σας; Ποιο είδος σας συναρπάζει γενικότερα και γιατί;
Μ.Δ.: Νομίζω ότι το βιβλίο που επηρέασε περισσότερο τη ζωή μου είναι το πρώτο βιβλίο με στοιχεία φανταστικού και υπερβατικού που διάβασα. Ήταν η «Μπρίντα» του Πάολο Κοέλο. Αφορά την ιστορία μιας μάγισσας, αν και πρόκειται και για πολλά περισσότερα ταυτόχρονα. Ύστερα από αυτό στράφηκα στην λογοτεχνία του φανταστικού.
Σαν αναγνώστρια δεν μπορώ να επιλέξω ένα συγκεκριμένο είδος, γιατί διαβάζω και φαντασία και κλασσική λογοτεχνία και ιστορικά μυθιστορήματα και ποίηση. Σαν συγγραφέας με συναρπάζει η λογοτεχνία του φανταστικού, γιατί δίνει μια αίσθηση παντοδυναμίας, ότι όλα είναι δυνατά, όλα μπορούν να συμβούν, ότι δεν υπάρχουν όρια και κανόνες.
Τι σας έδωσε έμπνευση για το συγκεκριμένο βιβλίο και τι σας εμπνέει στην καθημερινότητά σας; Κάποιο άλλο ταλέντο πέρα από το γράψιμο;
Μ.Δ.: Αυτό που μου έδωσε έμπνευση για την «Αγκάρτα» ήταν «Οι Άθλιοι» του Βίκτωρος Ουγκώ, όσο περίεργο κι αν ακούγεται, όπως και το ομώνυμο musical του Broadway. Εκτός αυτού, η ιρλανδική μυθολογία ήταν πολύ βοηθητική όσον αφορά τους χαρακτήρες, ενώ τα τραγούδια που έντυσαν πολλές από τις σκηνές του βιβλίου ήταν το “What about us?” των Within Temptation, ένα cover του “Diva” των Nightfall, το “Killing your sadness” των Scars of Tears και κάποια κομμάτια- soundtrack ταινιών. Γενικά η επιρροή της μουσικής είναι πολύ σημαντική για μένα, είναι αυτό που με εμπνέει πιο πολύ από κάθε τι άλλο, αν και οι μεγαλύτερες στιγμές έμπνευσης έρχονται την πιο αναπάντεχη στιγμή και εκλύονται από τα πιο απλά πράγματα. Ένα ηλιοβασίλεμα, ένα όνειρο, μια φράση, μια λέξη, μια ματιά ή ένα χαμόγελο.
Κάποιο άλλο ταλέντο… παίζω κιθάρα, αλλά δεν θα το έλεγα ταλέντο. Απλώς μου αρέσει που και που να παίζω, λίγο φάλτσα κατά πάσα πιθανότητα, κάποια αγαπημένα μου τραγούδια.
Ποια είναι η Sτάση ζωής; Κάποια μελλοντικά σχέδια που ίσως θα θέλατε να μοιραστείτε με το κοινό;
Μ.Δ.: Διαβάζω πολύ και προσπαθώ αντίστοιχα να γράφω πολύ, αν και το πρόγραμμα μου είναι σχετικά φορτωμένο. Σκοπεύω να ολοκληρώσω το βιβλίο που γράφω αυτή τη περίοδο και από εκεί και πέρα ό,τι άλλο προκύψει είναι ευπρόσδεκτο!
Το www.stasinews.gr σας ευχαριστεί πολύ για τη συνέντευξη. Καλή επιτυχία στα επόμενα σχέδιά σας!
Μ.Δ.: Εγώ σας ευχαριστώ!
«Η Αθήνα, μετά το τέλος του Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου, θυμίζει ελάχιστα την Αθήνα του παρελθόντος. Στις υπόγειες στοές της οι μειονότητες και οι εκδιωγμένοι από τη νέα κυβέρνηση έχουν δημιουργήσει μικρές ιδιόμορφες κοινότητες που στηρίζονται κυρίως στους λίγους επαναστάτες της πόλης.
Η Βαλέρια περνάει τις ημέρες της στην επιφάνεια και τις νύχτες της στις στοές. Έχοντας χάσει τη μητέρα της από κάποια ανίατη ασθένεια κι έχοντας δει τον απαγχονισμό της αδελφής της, βρίσκει καταφύγιο και συντροφιά στις στοές, δίχως να παύει να ελπίζει σ’ ένα καλύτερο μέλλον, σ’ έναν πλανήτη που οι άνθρωποι θα ζούνε όπως παλιά. Δεν γνωρίζει όμως πως κάτω από τις στοές, στο κέντρο του πλανήτη, υπάρχει η εσωτερική γη.
Η Αγκάρτα λάμπει από τον πλούτο, τη μοντέρνα αρχιτεκτονική και την προηγμένη τεχνολογία. Οι Αγκαρθιανοί ζουν σ’ έναν υπόγειο παράδεισο που φωτίζεται από τον εσωτερικό ήλιο, όμως πίσω από αυτό το υπέροχο προσωπείο κρύβεται σκοτάδι και δυσωδία. Ο Ντίαν Κεχτ, μέλος του Συμβουλίου των Εκλεκτών, ονειρεύεται όπως και η Βαλέρια. Μάχεται για έναν κόσμο όπου οι Αγκαρθιανοί και οι άνθρωποι της επιφάνειας θα μπορέσουν επιτέλους να ενωθούν. Μια υπόσχεση και η αγάπη του για την επιφάνεια τον οδηγούν στις στοές και εκεί βρίσκει την Βαλέρια.
Η κάθοδός του στην Αγκάρτα δεν είναι παρά η αρχή μιας σειράς γεγονότων που θα αλλάξουν για πάντα την ανθρωπότητα.»
Αν σας κέντρισε το ενδιαφέρον η παραπάνω ιστορία, σίγουρα θα θέλετε να μάθετε περισσότερες λεπτομέρειες... Ας δούμε τι είπε η συγγραφέας Μαρία Δανιήλ στη συνέντευξη που έδωσε στην Αννίτα Φασιανού. Ακολουθούν οι ερωτήσεις:
Τι είναι ακριβώς η Αγκάρτα; Πρόκειται για έναν τελείως φανταστικό κόσμο; Πώς βγήκε αυτή η ονομασία;
Μ.Δ.: Η Αγκάρτα είναι το σύστημα πολιτειών της Κοίλης Γης. Πρόκειται για διάφορες πολιτείες που βρίσκονται κάτω από την επιφάνεια της γης και που φωτίζονται από τον εσωτερικό ήλιο.
Γράφοντας το βιβλίο βασίστηκα σε βιβλιογραφία σχετικά με τους Χθόνιους και την Κοίλη Γη. Οπότε, η Αγκάρτα είναι μεν ένας τελείως φανταστικός κόσμος, ως προς το ότι είναι ένας κόσμος που ξεπήδησε από την φαντασία μου, από την άλλη όμως αρκετά στοιχεία της είναι παρμένα από όσα διάβασα.
Όσον αφορά το όνομα της, το σύστημα πολιτειών της Κοίλης Γης στην υπάρχουσα βιβλιογραφία, αλλά και στο διαδίκτυο υπάρχει με την ονομασία «Αγκάρθα», παρόλα αυτά δεν μου φαινόταν πολύ εύηχο αυτό το όνομα κι έτσι το άλλαξα λίγο.
Ο άνθρωπος και η επιβίωση είναι αλληλένδετα στοιχεία. Σε τόσο δύσκολες εποχές που ζούμε θα έλεγε κανείς -διαβάζοντας την περίληψη του βιβλίου σας - ότι δεν απέχει και πάρα πολύ από κάποια μελλοντική στιγμή της πραγματικότητας. Έχει παίξει ρόλο η κατάσταση των τελευταίων ετών στη συγγραφή αυτού του έργου;
Μ.Δ.: Υποθέτω πως ναι, αν και αρχικά δεν ήθελα να συμβεί κάτι τέτοιο, να επηρεαστεί δηλαδή η πλοκή από τα όσα ζούμε. Ωστόσο, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού μου ότι η Βαλέρια, η πρωταγωνίστρια, ζούσε σε μια ιδιαίτερα ταραγμένη εποχή, ότι έβλεπε την χώρα της να οδηγείται στην καταστροφή, κάτι που λίγο- πολύ το ζούμε κι εμείς σήμερα, μ’ έκανε να νιώσω πιο κοντά της. Τελικά, εμπλεκόμουν κι εγώ η ίδια συναισθηματικά, όταν εκείνη έπρεπε να υπερασπιστεί την χώρα της και τους ανθρώπους της επιφάνειας.
Πείτε μας 3 βασικά χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει ένας χαρακτήρας κατά τη γνώμη σας για να κεντρίσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη και να το κάνει να δεθεί μαζί του. Να ζήσει την ιστορία τόσο αληθινά όσο τη ζει ο ίδιος.
Μ.Δ.: Πρέπει να είναι όσο πιο αληθινός γίνεται, ακόμη κι αν πρόκειται για ένα βιβλίο φαντασίας. Δηλαδή όταν διαβάζει ο αναγνώστης τις περιπέτειές του και το πώς δρα μέσα στην πλοκή του βιβλίου, να μην τον νιώθει ξένο. Θα πρέπει να είναι τόσο περίπλοκος όσο είναι και οι άνθρωποι στην πραγματικότητα. Και φυσικά, κάτι που θεωρώ πολύ σημαντικό, είναι το ότι θα πρέπει να έχει δυνατά σημεία και αδυναμίες, πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Να μην είναι τέλειος δηλαδή, γιατί μπορεί πολλές φορές να λειτουργεί σαν πρότυπο για τον αναγνώστη, αλλά η τελειότητα δεν διευκολύνει την ταύτιση.
Μετά από τόσες σειρές και ταινίες που έχουμε δει, αλλά και βιβλία που έχουμε διαβάσει σχετικά με την καταστροφή του κόσμου, θα λέγαμε ότι φαίνεται αρκετά ενδιαφέρον το ότι στη δική σας ιστορία η τεχνολογία ανθίζει. Πώς κατάφεραν οι Αγκαρθιανοί να γλιτώσουν από τις καταστροφές του πολέμου;
Μ.Δ.: Οι Αγκαρθιανοί απλά παρέμειναν στην Αγκάρτα, δεν μπλέχτηκαν στον πανικό που επικρατούσε στην επιφάνεια κι έτσι κατάφεραν να προστατέψουν τον δικό τους πολιτισμό, αλλά και να διασώσουν κομμάτια του κόσμου της επιφάνειας.
Και όσον αφορά την τεχνολογία, οι Αγκαρθιανοί δεν χρησιμοποίησαν ποτέ τις συμβατικές μορφές ενέργειας που γνωρίζουμε εμείς, έτσι όντας αυτόνομοι κατάφεραν να εξελιχθούν κι σ’ αυτόν τον τομέα, όσο ο κόσμος της επιφάνειας οδηγούνταν στον σκοταδισμό.
Η φανταστική λογοτεχνία δεν είναι κατά κάποιον τρόπο πιο δύσκολη από την κλασική, από την άποψη της περιγραφής και βασικά της δημιουργίας ενός εντελώς νέου κόσμου; Πώς μπορείς να περιγράψεις κάτι που δεν υπάρχει; Δίνει αυτό περισσότερο χώρο στη φαντασία του αναγνώστη;
Μ.Δ.: Άλλες φορές πιστεύω πως είναι δυσκολότερη από την κλασσική λογοτεχνία, άλλες φορές μου φαίνεται ευκολότερη. Όταν ξεκίνησα να γράφω την Αγκάρτα δεν ήξερα από πού να ξεκινήσω, γιατί αυτό ακριβώς αναρωτιόμουν: πώς να περιγράψω κάτι που δεν υπάρχει; Παρόλα αυτά, όσο η ιδέα ωρίμαζε μέσα μου, οι εικόνες άρχισαν σιγά- σιγά να έρχονται μόνες τους σε μια ακατέργαστη μορφή. Γενικά πιστεύω ότι οι κόσμοι που δημιουργούμε, πέρα από το ότι βασίζονται μερικώς στον πραγματικό κόσμο, υπάρχουν ήδη, βαθιά κρυμμένοι στο υποσυνείδητό μας και περιμένουν υπομονετικά μέχρι εμείς ν’ αποφασίσουμε να τους ανασύρουμε από το σκοτάδι, να τους φέρουμε στο φως.
Και ναι, νομίζω ότι δίνει περισσότερο χώρο στην φαντασία του αναγνώστη, όπως δίνει και σ’ εμάς περισσότερο χώρο. Διαβάζουμε και γράφουμε για να ταξιδέψουμε σ’ άλλους τόπους και χρόνους. Η φανταστική λογοτεχνία αυτό ακριβώς προσφέρει.
Έχει κάποιο ηθικό δίδαγμα το βιβλίο σας; Ποιο είναι το πιο αγαπημένο κομμάτι σας στην όλη ιστορία; Δώστε μας μια μικρή περιγραφή χωρίς φυσικά να αποκαλύψουμε κάτι συνταρακτικό στους αναγνώστες...
Μ.Δ.: Νομίζω ότι το ηθικό δίδαγμα αλλάζει ανάλογα με τον χαρακτήρα που θα ταυτιστεί ο αναγνώστης. Ας πούμε, μπορεί να είναι το ότι κάποιες φορές πρέπει να είμαστε πιο αισιόδοξοι και πιο θαρραλέοι. Ή ότι η ευτυχία δεν βρίσκεται στην εξουσία και στα πλούτη. Γενικά πάντως αυτό που μένει είναι ότι πρέπει να προσέξουμε τον πλανήτη, γιατί όπως και να το κάνουμε είναι το σπίτι μας και τα λάθη που κάνουμε, θα τα βρούμε μπροστά μας στο μέλλον. Όπως επίσης και το ότι είμαστε όλοι αδέρφια, όλοι συνδεόμαστε με όλους.
Έχουμε περισσότερα κοινά, παρά διαφορές.
Το αγαπημένο μου κομμάτι στην ιστορία είναι προς το τέλος. Ένας από τους χαρακτήρες, ίσως ο πιο αγαπημένος μου, έχοντας μόλις καταφέρει να πετύχει τον στόχο του, να εκπληρώσει την υπόσχεση που είχε δώσει και να αποτρέψει τις εχθροπραξίες μεταξύ των Αγκαρθιανών και του κόσμου της επιφάνειας, θυσιάζεται μπροστά στα μάτια των πιο αγαπημένων του προσώπων και του ίδιου του λαού του.
Αν θα μπορούσατε να περάσετε κάποιο χρονικό διάστημα με έναν από τους ήρωες του βιβλίου σας ποιος θα ήταν αυτός και τι θα κάνατε εκείνη τη μέρα;
Μ.Δ.: Λοιπόν, αυτή νομίζω είναι η πιο δύσκολη ερώτηση. Είναι σαν να ζητάει κανείς από μια μητέρα να ξεχωρίσει κάποιο από τα παιδιά της. Αν μπορούσα να περάσω κάποιο χρονικό διάστημα με κάποιον, θα επέλεγα την Βαλέρια. Θα την ακολουθούσα στους σκοτεινούς δρόμους της Αθήνας, μετά την απαγόρευση κυκλοφορίας, θα τρέχαμε για να ξεφύγουμε από την περίπολο κι ύστερα θα πηγαίναμε στις στοές. Θα μοιράζαμε τρόφιμα και φάρμακα σ’ όσους έχουν βρει καταφύγιο εκεί. Θα περνούσα την νύχτα εκεί, μαζί τους, ακούγοντας τις ιστορίες τους και τα όνειρα που κάνουν για έναν ελεύθερο κόσμο, για έναν κόσμο που θα τους επιτρέπει να τραγουδούν στους δρόμους.
Ποιο από όσα βιβλία έχετε διαβάσει έχει επηρεάσει περισσότερο τη ζωή σας; Ποιο είδος σας συναρπάζει γενικότερα και γιατί;
Μ.Δ.: Νομίζω ότι το βιβλίο που επηρέασε περισσότερο τη ζωή μου είναι το πρώτο βιβλίο με στοιχεία φανταστικού και υπερβατικού που διάβασα. Ήταν η «Μπρίντα» του Πάολο Κοέλο. Αφορά την ιστορία μιας μάγισσας, αν και πρόκειται και για πολλά περισσότερα ταυτόχρονα. Ύστερα από αυτό στράφηκα στην λογοτεχνία του φανταστικού.
Σαν αναγνώστρια δεν μπορώ να επιλέξω ένα συγκεκριμένο είδος, γιατί διαβάζω και φαντασία και κλασσική λογοτεχνία και ιστορικά μυθιστορήματα και ποίηση. Σαν συγγραφέας με συναρπάζει η λογοτεχνία του φανταστικού, γιατί δίνει μια αίσθηση παντοδυναμίας, ότι όλα είναι δυνατά, όλα μπορούν να συμβούν, ότι δεν υπάρχουν όρια και κανόνες.
Τι σας έδωσε έμπνευση για το συγκεκριμένο βιβλίο και τι σας εμπνέει στην καθημερινότητά σας; Κάποιο άλλο ταλέντο πέρα από το γράψιμο;
Μ.Δ.: Αυτό που μου έδωσε έμπνευση για την «Αγκάρτα» ήταν «Οι Άθλιοι» του Βίκτωρος Ουγκώ, όσο περίεργο κι αν ακούγεται, όπως και το ομώνυμο musical του Broadway. Εκτός αυτού, η ιρλανδική μυθολογία ήταν πολύ βοηθητική όσον αφορά τους χαρακτήρες, ενώ τα τραγούδια που έντυσαν πολλές από τις σκηνές του βιβλίου ήταν το “What about us?” των Within Temptation, ένα cover του “Diva” των Nightfall, το “Killing your sadness” των Scars of Tears και κάποια κομμάτια- soundtrack ταινιών. Γενικά η επιρροή της μουσικής είναι πολύ σημαντική για μένα, είναι αυτό που με εμπνέει πιο πολύ από κάθε τι άλλο, αν και οι μεγαλύτερες στιγμές έμπνευσης έρχονται την πιο αναπάντεχη στιγμή και εκλύονται από τα πιο απλά πράγματα. Ένα ηλιοβασίλεμα, ένα όνειρο, μια φράση, μια λέξη, μια ματιά ή ένα χαμόγελο.
Κάποιο άλλο ταλέντο… παίζω κιθάρα, αλλά δεν θα το έλεγα ταλέντο. Απλώς μου αρέσει που και που να παίζω, λίγο φάλτσα κατά πάσα πιθανότητα, κάποια αγαπημένα μου τραγούδια.
Ποια είναι η Sτάση ζωής; Κάποια μελλοντικά σχέδια που ίσως θα θέλατε να μοιραστείτε με το κοινό;
Μ.Δ.: Διαβάζω πολύ και προσπαθώ αντίστοιχα να γράφω πολύ, αν και το πρόγραμμα μου είναι σχετικά φορτωμένο. Σκοπεύω να ολοκληρώσω το βιβλίο που γράφω αυτή τη περίοδο και από εκεί και πέρα ό,τι άλλο προκύψει είναι ευπρόσδεκτο!
Το www.stasinews.gr σας ευχαριστεί πολύ για τη συνέντευξη. Καλή επιτυχία στα επόμενα σχέδιά σας!
Μ.Δ.: Εγώ σας ευχαριστώ!
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου